Menu

Mundostories #176 Ο «Τσίλο» τα έκανε όλα, εκτός από το να σκοράρει σε Μουντιάλ

Mundostories #176 Ο «Τσίλο» τα έκανε όλα, εκτός από το να σκοράρει σε Μουντιάλ

🏆 𝟐𝟒 𝚮𝚳𝚬𝚸𝚬𝚺 𝚪𝚰𝚨 𝚻𝚶 𝚳𝚶𝚼𝚴𝚻𝚰𝚨𝚲 𝟐𝟎𝟐𝟐 🇶🇦

✍️ 🅼🆄🅽🅳🅾🆂🆃🅾🆁🅸🅴🆂 ⏳

#Story No 176 👇 𝚶 «𝚻𝛔𝛊𝛌𝛐» 𝛕𝛂 𝛆𝛋𝛂𝛎𝛆 𝛐𝛌𝛂, 𝛆𝛋𝛕𝛐ς 𝛂𝛑𝛐 𝛕𝛐 𝛎𝛂 𝛔𝛋𝛐𝛒𝛂𝛒𝛆𝛊 𝛔𝛆 𝚳𝛐𝛖𝛎𝛕𝛊𝛂𝛌

Ο πορτιέρε σημάδεψε μία ολόκληρη εποχή του λατινοαμερικάνικου ποδοσφαίρου με τις ηγετικές του ικανότητες, τα γκολ και την cult προσωπικότητά του. Ο Χοσέ Λουίς Σιλαβέρτ έβαλε τη σφραγίδα του και στην εθνική Παραγουάης μα και στο Μουντιάλ.

Μόνο ένα πρόβλημα υπάρχει: ο τύπος σκόραρε… ωσάν φορ, από στημένες φάσεις φυσικά, και δεν τα κατάφερε να σκοράρει σε αγώνα Παγκοσμίου Κυπέλλου. Αφού δεν έβαλε αυτός, μάλλον… κανείς δεν θα το πετύχει.

Ο «Τσίλο» τα κατάφερνε περίφημα και στις δύο άκρες του γηπέδου, καθώς εκτός από το να προστατεύει την εστία του, μπορούσε να παραβιάσει την αντίπαλη -είτε με πέναλτι, είτε με φάουλ- χάρη στο καταπληκτικό αριστερό του πόδι. Οι ικανότητές του πλαισιώνονταν με μπόλικη δόση τρέλας, μία ισχυρή προσωπικότητα και το legacy που άφησε για άλλους μεταγενέστερους Λατινοαμερικάνους τερματοφύλακες όπως ο Χόρχε Κάμπος και ο Ροζέριο Σένι.

Ο μεγάλος του αδερφός, Ρολάντο, συνήθιζε να βάζει τον μικρό Χοσέ κάτω από τα δοκάρια και κάπως έτσι αυτός έμοιαζε να βρίσκει το ρόλο του μέσα στο γήπεδο. Μετά τις Σπορτίβο Λουκένιο, Γκουαρανί, την αργεντίνικη Σαν Λορέντσο και την ισπανική Σαραγόσα, εξελίχθηκε σε θρύλο για δέκα χρόνια στη Βέλεζ Σάρσφιλντ του Κάρλος Μπιάνκι.

Το πρώτο του γκολ όμως το έβαλε με την εθνική ομάδα της χώρας του, το 1989, απέναντι στην Κολομβία για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ιταλίας. Με πέναλτι.

Το παρατσούκλι του Σιλαβέρτ ήταν «μπουλντόγκ», εξαιτίας της μονίμως αγριεμένης φάτσας του και της έντονης επιθετικότητας που έβγαζε μέσα στο γήπεδο. Μάλιστα, συνήθιζε να έχει ένα αντίστοιχο καρτούν στο μπροστά μέρος της φανέλας του. Συνολικά σημείωσε 46 γκολ στην καριέρα του, 8 εκ των οποίων με την εθνική ομάδα της Παραγουάης. Παραδόξως, δεν είναι ο πρώτος τερματοφύλακας-σκόρερ της ιστορίας, καθώς ο Βραζιλιάνος Σένι ολοκλήρωσε την καριέρα του με 65 γκολ.

Με την εθνική Παραγουάης αγωνίστηκε συνολικά 74 φορές, παίζοντας σε δύο Μουντιάλ (1998, 2002). Ουσιαστικά, συστήθηκε στο ευρύ κοινό στα γήπεδα της Γαλλίας, όταν η Παραγουάη έκανε αρχικά την έκπληξη και προκρίθηκε στους «16», περνώντας από έναν όμιλο που συμμετείχαν η Ισπανία, η Νιγηρία και Βουλγαρία. Στο νοκ άουτ ματς περίμενε η Γαλλία, που για 114′ δεν μπορούσε με τίποτα να λυγίσει τη σκληροτράχηλη παρέα του Σιλαβέρτ, ο οποίος έδειξε σε όλο τον πλανήτη ότι είναι ένας τεράστιος ηγέτης. Μετά το γκολ του Λοράν Μπλαν στα τελευταία λεπτά της παράτασης, όλοι οι Παραγουανοί ποδοσφαιριστές είχαν καταρρεύσει. Εκτός από έναν. Ο 33χρονος τότε τερματοφύλακάς τους, σήκωνε από το χορτάρι τους δακρυσμένους συμπαίκτες του, που έμοιαζαν να έχουν καταρρεύσει από την απογοήτευση και την υπερπροσπάθεια, σε μία από τις συγκινητικές εικόνες στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων.

Μετά το τέλος του αγώνα και οι δυο τερματοφύλακες της Γαλλίας έσπευσαν να ζητήσουν τη φανέλα του. Για να μη δυσαρεστήσει κανέναν, ο Τσιλαβέρτ έδωσε αυτή που φορούσε στον Μπαρτέζ και μια δεύτερη που είχε στα αποδυτήρια στον Λάμα. Λίγα χρόνια αργότερα, σε ένα αφιέρωμα στην πορεία της εθνικής Γαλλίας σε εκείνη τη διοργάνωση, οι παίκτες της είχαν σχολιάσει πως η Παραγουάη ήταν το πιο δύσκολο εμπόδιο στο δρόμο προς το τρόπαιο. Όπως μάλιστα αποκάλυψε ένας εξ αυτών, όλοι στην ομάδα έτρεμαν στην ιδέα να πάει το παιχνίδι στα πέναλτι…

Η Παραγουάη είχε αναλάβει τη διοργάνωση του Κόπα Αμέρικα 1999, ξοδεύοντας χρήματα αναγκαστικά σε γήπεδα και υποδομές. Το «μπουλντόγκ» δεν δίστασε να επικρίνει την κυβέρνηση της χώρας για τις κινήσεις της, διατυπώνοντας δημόσια την άποψη πως είναι λάθος να σπαταλούνται πόροι για το ποδόσφαιρο, όταν υπάρχουν ανάγκες στην παιδεία.

Σε συνέπεια των λόγων του, αρνήθηκε να συμμετέχει στη διοργάνωση, κάνοντας τη διαφορά και επιβεβαιώνοντας όσους πιστεύουν πως ανήκε ως παίκτης σε μια «άλλη» εποχή, πολύ διαφορετική απ’ τη σημερινή.

Ο «Τσίλο» κρέμασε τελικά τα γάντια του το 2003, περνώντας στο πάνθεον εκείνων των μορφών που άφησαν τη σφραγίδα τους στο άθλημα, με το δικό τους ξεχωριστό τρόπο.