Menu

Γλύξμπουργκ, η πιο μαύρη σελίδα της χώρας

Γλύξμπουργκ, η πιο μαύρη σελίδα της χώρας

Γεννήθηκε στα Ανάκτορα, μεγάλωσε βασιλικά, δεν έφυγε ποτέ από τα φουστάνια της μάνας του και, όταν κλήθηκε σε νεαρή ηλικία να βασιλέψει τον τόπο, τα έκανε τόσο… ρόιδο που οδήγησε, με τις παλινωδίες του, τη χώρα «εις το γύψον» για μια σκοτεινή επταετία. Ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ ουδέποτε αποδέχθηκε τα λάθη του, ίσα ίσα ως και τα γεράματα αναλωνόταν σε διαρκή ψεύδη και διαστρεβλώσεις της ιστορίας.

Ο τελευταίος βασιλιάς της χώρας ήταν μακράν ο χειρότερος στην ιστορία του τόπου, εξ ου και η ιστορία τον απέβαλλε, στέλνοντάς τον εκεί που έπρεπε. Στα σκουπίδια.

Οι Γλύξμπουργκ

Γλύξμπουργκ, από τον οίκο του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ (σ.σ. ορθώς γράφεται με «Γκ» και όχι σκέτο «Γ», αλλά ας όψεται), ήτοι ο δανογερμανικός κλάδος του Οίκου του Όλντενμπουργκ, μέλη του οποίου βασιλεύουν ή έχουν βασιλεύσει κατά καιρούς στη Δανία, τη Νορβηγία, την Ελλάδα και αρκετά βόρεια γερμανικά κράτη. Η οικογένεια πήρε το όνομα της από τo Γκλύξμπουργκ (Glücksburg), μια μικρή παραλιακή πόλη στη νότια, γερμανική πλευρά του φιόρδ του Φλένσμπουργκ, που χωρίζει τη Γερμανία από τη Δανία.

Οι βασιλείς της Ελλάδος

Κι όμως ο πρώτος Γλύξμπουργκ στην ιστορία της Ελλάδας ήταν ο καλύτερος βασιλιάς που πέρασε από τον τόπο: ο Γουλιέλμος εξελέγη βασιλιάς των Ελλήνων στις 30 Μαρτίου 1863 διαδεχόμενος τον εκπεσόντα Όθωνα και βασίλεψε (με το όνομα Γεώργιος Α’) για 50 χρόνια, ως και την περίεργη και μυστήρια δολοφονία του το 1913 στη Θεσσαλονίκη. Μέρος που είχε επιλέξει να διαμένει μόνιμα μετά την προσάρτησή της στη χώρα…

Γλύξμπουργκ, η πιο μαύρη σελίδα της χώρας

Μετά τη δολοφονία του ανέλαβε τον θρόνο ο Κωνσταντίνος Α’ με τα γνωστά αποτελέσματα μετά την κόντρα του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο: Εθνικός Διχασμός, Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή. Το 1917 εκδιώχθη μετά από πιέσεις των ξένων δυνάμεων, ανέλαβε ο αδερφός του Αλέξανδρος Α’ αλλά το 1920 είχε μαρτυρικό θάνατο μετά από δάγκωμα μαϊμούς στο Τατόι. Ο Κωνσταντίνος Α’ επανήλθε στον θρόνο το 1920 και εκ νέου εκδιώχθη, μια για πάντα, το ’22 μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ως ένας από τους πρωταίτιους αυτής.

Έκτοτε ανέλαβε ο γιός του, Γεώργιος Β’, για το 1922-24 και το 1935-1947. Απεβίωσε ξαφνικά από καρδιακή ανακοπή στα 57 του και τον διαδέχθηκε ο αδερφός του, Παύλος, από το 1947 ως και το 1964. Μια μαύρη, σκοτεινή πολιτική περίοδος με παρεμβάσεις στην πολιτική ζωή του τόπου και τη βασιλευομένη δημοκρατία, με τη σύζυγό του Φρειδερίκη να υφαίνει τις πλεκτάνες.

Ο Παύλος πέθανε, άρρωστος από καρκίνο, στα 62 του και τον διαδέχθηκε, για μόλις τρία χρόνια αλλά σημαντικά και κρίσιμα στην ιστορία του τόπου, ο γιός του Κωνσταντίνος Β’, ο Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ.

Οι παλινωδίες του Κωνσταντίνου Β’ με τα Ιουλιανά

Γεννημένος το 1940 ο Κωνσταντίνος έγινε βασιλιάς μόλις στα 24 του. Νέος, άπειρος και υπό την επιρροή της βασίλισσας Φρειδερίκης, προσπάθησε να επηρεάσει την πολιτική ζωή του τόπου – και την κατέστρεψε.

Γλύξμπουργκ, η πιο μαύρη σελίδα της χώρας

Αν και αρχικά είχε δοθεί η εικόνα της αγαστής συνεργασίας μεταξύ του νεαρού μονάρχη και του (πανίσχυρου τότε) πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, το σκηνικό ανατράπηκε σύντομα με την επιλογή του να κρατήσει ο ίδιος τον πλήρη έλεγχο του στρατού – όταν ο Παπανδρέου αποφάσισε, και ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε, την αντικατάσταση του αρχηγού του ΓΕΣ Ιωάννη Γεννηματά.

Στο στράτευμα κυριαρχούσαν αξιωματικοί οι οποίοι είχαν συμμετάσχει στον εμφύλιο πόλεμο και διατηρούσαν στενές επαφές με τον παλαιό κρατικό μηχανισμό. Όταν ο Παπανδρέου προσπάθησε να αποστρατεύσει μερικούς από αυτούς συνάντησε τη σθεναρή αντίσταση των Ανακτόρων και του Κωνσταντίνου. Τον Μάιο του 1965 ο πρωθυπουργός αποφάσισε την αποπομπή του υπουργού Εθνικής Αμύνης, βασικού χρηματοδότη του αλλά και έντονα φιλομοναρχικού, Πέτρου Γαρουφαλιά αναλαμβάνοντας ο ίδιος το υπουργείο. Ο βασιλιάς με πρόσχημα την εκδικαζόμενη τότε υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, στην οποία φερόταν να εμπλέκεται ο γιος του πρωθυπουργού Ανδρέας Παπανδρέου (και δεν αποδείχθηκε ποτέ αυτή η σκευωρία…), απέφευγε να δεχτεί σε ακρόαση τον Γεώργιο Παπανδρέου αρνούμενος, κατά παραβίαση του Συντάγματος, την απόφασή του για ανάληψη από τον ίδιο του υπουργείου.

Τότε ξέσπασε κρίση μεταξύ των δύο ανδρών συνοδευόμενη από ανταλλαγή επιστολών σε υψηλούς τόνους. Τελικά ο Γεώργιος Παπανδρέου μετέβη στα Ανάκτορα στις 15 Ιουλίου 1965 και κατόπιν έντονης λογομαχίας υπέβαλε προφορικά την παραίτησή του. Λίγο αργότερα ο Κωνσταντίνος όρκισε την πρώτη κυβέρνηση των «Αποστατών», με πρόεδρο τον ακαδημαϊκό και μέχρι τότε Πρόεδρο της Βουλής Γεώργιο Αθανασιάδη – Νόβα, ανοίγοντας ένα μακρύ κύκλο πολιτικής κρίσης και αστάθειας με συνεχή εναλλαγή κυβερνήσεων.

Ήταν τα περιβόητα Ιουλιανά του ’65 και το πώς έπεσε μια κυβέρνηση του 52,72% (!). Και, λίγο καιρό μετά, ήρθε η Χούντα…

Γιατί ο Κωνσταντίνος ήθελε να επιβάλλει τον Γαρουφαλιά και ο Παπανδρέου αρνούνταν; Μα στρατός ίσον έλεγχος και έλεγχος ίσον δράση και πραξικόπημα. Και κυοφορούνταν τότε, και αποδείχθηκε μετά από έγγραφα της αμερικάνικης πρεσβείας ότι ο Κωνσταντίνος σχεδίαζε πραξικόπημα για το 1967 ωστόσο τον πρόλαβαν οι συνταγματάρχες…

Έβαλε… πλάτη στη Χούντα

Τη νύχτα της 20ης προς 21η Απριλίου 1967 εκδηλώθηκε το στρατιωτικό πραξικόπημα. Η αναποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου τη νύχτα του πραξικοπήματος αντικατοπτρίζεται στις τηλεφωνικές συνομιλίες του από τα θερινά Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου διέμενε.

Στις 2:30, ξύπνησε από το τηλεφώνημα του Αθανασίου Σπανίδη, απόστρατου ναυάρχου, ο οποίος βρισκόταν στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Ο Σπανίδης, αφού ενημέρωσε τον νασιλιά για τα γεγονότα, εισηγήθηκε απόπλου του στόλου για την Κρήτη και το σχηματισμό εκεί νόμιμης κυβέρνησης. Στη συνέχεια τηλεφώνησε στον Κωνσταντίνο ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Γεώργιος Ράλλης, από το κέντρο Αμέσου Δράσεως της Χωροφυλακής, στο Μαρούσι. Και αυτός με τη σειρά του εισηγήθηκε να μετακινηθούν από την επαρχία νομιμόφρονες στρατιωτικές δυνάμεις κυρίως της αεροπορίας, όπου οι κινηματίες δεν είχαν ερείσματα, όσο υπήρχε ακόμη χρόνος. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν κατηγορηματικά αντίθετος, θέλοντας (τάχα μου) να αποφύγει την αιματοχυσία και να μάθει τα… κίνητρα των πραξικοπηματιών. Η απόφασή του έχει κατακριθεί καθώς έχει υποστηριχθεί ότι ενδεχόμενη άρνησή του να συναινέσει, θα δημιουργούσε σημαντικό πρόβλημα νομιμοποίησης στους Συνταγματάρχες.

Έτσι, όταν στις 5:30 το πρωί δέχτηκε τους επικεφαλής, Γεώργιο Παπαδόπουλο, Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, οι συνομιλίες του ήταν διαπραγματευτικού χαρακτήρα και περιορίστηκαν στη σύνθεση της νέας δικτατορικής κυβέρνησης, γνωστής ως η Χούντα των Συνταγματαρχών.

Ο Κωνσταντίνος, ακολούθησε τη συμβουλή του τρίτου συνομιλητή του, Σπύρου Μαρκεζίνη, αρχηγού ενός μικρού συντηρητικού κόμματος, να επιδιώξει τη συνδιαλλαγή μαζί τους. Ο ίδιος σε μεταγενέστερη συνέντευξή του ανέφερε ότι προσπάθησε να δηλώσει την αντίθεσή του προς αυτούς, όταν κατά τη φωτογράφιση της «επαναστατικής» κυβέρνησης, φωτογραφήθηκε μαζί τους σκυθρωπός, αντί για χαμογελαστός ως συνήθως. Αργότερα, ο Κωνσταντίνος αν και εξήγησε το κίνητρο της φωτογράφισης, παραδέχθηκε ότι δεν πέτυχε τον σκοπό της.

Γλύξμπουργκ, η πιο μαύρη σελίδα της χώρας

Αν είναι δυνατόν…

Στην προσφώνησή του στις 26 Απριλίου 1967, για το νέο καθεστώς της Χούντας των Συνταγματαρχών δήλωσε: «Είμαι βέβαιος ότι με την ευχήν του Θεού, με την προσπάθειαν υμών και προπαντός με την βοήθειαν του λαού, θα επιτευχθή ταχέως η οργάνωσις Κράτους Δικαίου, μιας αληθούς και υγιούς Δημοκρατίας».

Απομάκρυνση του αρχιεπισκόπου Αθηνών 

Το αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου

Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 ο βασιλιάς συνοδευόμενος από μέλη της οικογένειάς του και τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Κόλλια, αποπειράθηκε αντικίνημα. Στην αρχή κατευθύνθηκε προς τη Θεσσαλονίκη, όπου στη διαδρομή, πληροφορήθηκε ότι οι χουντικές δυνάμεις συνέλαβαν τους αξιωματικούς του κινήματός του. Προσγειώθηκε στη Καβάλα και προσπάθησε να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, με στόχο την ανατροπή της δικτατορίας.

Αλλά ενώ το Ναυτικό και η Αεροπορία συντάχτηκαν και παρέμεναν μαζί του, ο Στρατός παρέμεινε πιστός στη Χούντα. Ο Κωνσταντίνος θέλοντας να αποφύγει την αιματοχυσία και την αποδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο κρίσης με την Τουρκία εγκατέλειψε την προσπάθεια και αναχώρησε, μαζί με όσους τον συνόδευαν, στη Ρώμη. Αμέσως μετά ο Γεώργιος Παπαδόπουλος ανέλαβε πρωθυπουργός, διορίζοντας το στρατηγό Γεώργιο Ζωιτάκη ως αντιβασιλέα.

Γλύξμπουργκ, η πιο μαύρη σελίδα της χώρας

Αφού εγκατέλειψε την Ελλάδα, ο Κωνσταντίνος θέλησε αρχικά να αποστασιοποιηθεί από τους συνταγματάρχες. Δήλωνε επανειλημμένως ότι πλαστογράφησαν την υπογραφή του και ότι τον εκβίαζαν απειλώντας τον για τη ζωή των μελών της οικογένειάς του. Επίσης δήλωνε ότι εξέφρασε εξ αρχής την αντίθεσή του στο πραξικόπημα ποζάροντας συνοφρυωμένος στη φωτογραφία ορκωμοσίας της χουντικής κυβέρνησης, σε αντίθεση με τη συνήθη πρακτική του να ποζάρει χαμογελαστός, και ότι μέσω αυτής της φωτογραφίας έστελνε το μήνυμα της δυσαρέσκειάς του στον ελληνικό λαό.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η αρχική δυσφορία του Κωνσταντίνου προς τους πραξικοπηματίες, οφειλόταν στο γεγονός ότι εμπόδισαν την πραγματοποίηση άλλου πραξικοπήματος, σχεδιασμένου να εκτελεστεί από τους στρατηγούς και στο οποίο ο Κωνσταντίνος θα είχε μεγαλύτερο έλεγχο. Ο στρατηγός Σόλων Γκίκας, ιδρυτής του ΙΔΕΑ και υπουργός Δημοσίας Τάξεως στην κυβέρνηση Καραμανλή, το 1974 ανέφερε: «Οι στρατηγοί ετοίμαζαν το δικό τους πραξικόπημα, που θα γινόταν για λογαριασμό του βασιλέως και των συντηρητικών». 

Το τέλος της Βασιλείας

Μέχρι το 1973 είχε αυξηθεί η αντίδραση του λαού προς το στρατιωτικό καθεστώς. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Βραδυνή» ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δήλωνε ότι μόνη λύση είναι η επιστροφή του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα (σ.σ. κατά τα άλλα, δεν ήταν φιλοβασιλικός ο… εθνάρχης), η ανάθεση σχηματισμού της κυβέρνησης σε πολιτικούς και προκήρυξη εκλογών. Την ίδια εποχή, τέλη Μαΐου, ανώτεροι αξιωματικοί τού κατά ένα μεγάλο μέρος φιλοβασιλικού Ελληνικού Ναυτικού οργάνωσαν το Κίνημα του Ναυτικού, στο οποίο δεν αναμείχθηκε ο Κωνσταντίνος. Ο Παπαδόπουλος εκδικούμενος προέβη στην ανακήρυξη της Ελλάδας σε Προεδρική Δημοκρατία, την 1 Ιουνίου 1973, απόφαση που επιβεβαιώθηκε από ένα δημοψήφισμα τον Ιούλιο. Πριν το δημοψήφισμα εκδηλώθηκε μεγάλη εκστρατεία της δικτατορίας υπέρ του ΝΑΙ (εναντίον δηλαδή της μοναρχίας). Αυτό το δημοψήφισμα δεν αναγνωρίστηκε από κανένα πολιτικό κόμμα.

Την 1η Ιουνίου 1973 έπαψε και τυπικά ο Κωνσταντίνος να είναι βασιλιάς της Ελλάδας. Οι πολιτικοί δεν αναγνώρισαν την αλλαγή του πολιτεύματος και δήλωσαν, με σύμφωνη γνώμη του Κωνσταντίνου, τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη μορφή του πολιτεύματος, όταν αποκατασταθεί η Δημοκρατία στην Ελλάδα.