Menu

Η αλήθεια για τον Τάφο του Ιησού

Η αλήθεια για τον Τάφο του Ιησού

Παγκόσμιες διαστάσεις έλαβε προ ημερών η είδηση για την πιστοποίηση της αυθεντικότητας του Τάφου του Ιησού, όπως ανακοίνωσε το National Geographic για τα πεπραγμένα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

Σύμφωνα με την καθηγήτρια του ΕΜΠ, Τόνια Μοροπούλου, ο τάφος του Ιησού στην Ιερουσαλήμ, που φτιάχτηκε από τους Ρωμαίους τον 4ο αιώνα μ.Χ., είναι αυθεντικός και η επιστημονική χρονολόγηση στα πετρώματα έδειξε ότι χρονολογούνται το 345 μ.Χ. και όχι το 326 μ.Χ., όπως γνωρίζαμε. Τι ισχύει πραγματικά όμως;

Διότι το κύμα δημοσιευμάτων αναφορικά με τον περίφημο «Τάφο του Ιησού» κατακλύζει τις τελευταίες ημέρες το ελληνικό διαδίκτυο, χωρίς ωστόσο να αναγράφεται αυτό που πραγματικά ισχύει.

Τι έγινε λοιπόν το 33 μ.Χ., ήτοι 1984 χρόνια πριν;

Είναι όντως εκεί ο τάφος του Ιησού;

Η ιστορία του Τάφου του Ιησού είναι λίγο έως πολύ γνωστή καθώς το μνημείο κατασκευάστηκε από την αυτοκράτειρα Ελένη, μητέρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου, κατά τη διάρκεια του 4ου μεταχριστιανικού αιώνα. Αρα με την εν λόγω ανακάλυψη επιβεβαιώθηκε απλώς (!) η τοποθεσία που θεωρείται ως το «Πανάγιος Τάφος», κάτι που ο πλανήτης Γη γνωρίζει από τα μέσα του 4ου αιώνα.

Η πραγματικότητα λοιπόν είναι ότι δεν ανακαλύφθηκε κανένας τάφος που ανήκει στον Ιησού διότι ο χώρος ονομάζεται είτε «ναός του Πανάγιου Τάφου» είτε «Ναός της Αναστάσεως» και, σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, ταυτίζεται με το σημείο Σταύρωσης, Ταφής και Ανάστασης του Ιησού.

Σύμφωνα με τη θρησκεία μας, στην αυτοκράτειρα Ελένη υποδείχθηκε από τους ντόπιους επισκόπους το σημείο των παθών του Ιησού το 327 μ.Χ., ήτοι 290 χρόνια μετά τη Σταύρωση και την Ανάσταση. Διασώζεται, μάλιστα, η μαρτυρία, ότι για να χτιστεί ο χριστιανικός ναός με έξοδα της αυτοκράτειρας, απομακρύνθηκαν από τον συγκεκριμένο χώρο τα ερείπια αλλά και το άγαλμα αρχαίου ελληνικού ναού της Αφροδίτης (!).

Όσο για το σημείο της (υποτιθέμενης ή όχι…) ταφής, από τον 4ο αιώνα και έκτοτε τούτο ήταν προσβάσιμο για τους πιστούς Χριστιανούς, έως το 1555, έτος κατά το οποίο καλύφθηκε από μία μαρμάρινη πλάκα.

Κοντολογίς, η έρευνα και οι εργασίες συντήρησης γίνεται στον τόπο όπου εντελώς αυθαίρετα τοποθετείται κατά παράδοση η ταφή του Ιησού!

Τι λέει η χριστιανική παράδοση;

Το σώμα του Ιησού Χριστού τοποθετήθηκε πάνω σε μια πλάκα ή «ταφικό κρεβάτι» από ασβεστόλιθο, δίπλα σε μια σπηλιά, μετά τη σταύρωσή Του από τους Ρωμαίους – κατά τη χριστιανική παράδοση. Η ταφική πλάκα βρίσκεται στο Κουβούκλιο, μια δομή που είχε χτιστεί γύρω από τον τάφο.

Η έκθεση του ταφικού κρεβατιού δίνει στους ερευνητές για πρώτη φορά στα χρονικά τη δυνατότητα να μελετήσουν την αρχική επιφάνεια του τάφου. Επιπλέον, η ανάλυση του αρχικού βράχου μπορεί να τους βοηθήσει να κατανοήσουν καλύτερα όχι μόνο την αρχική μορφή του ταφικού θαλάμου, αλλά και την πρώτη αναγνώρισή του από την Αγία Ελένη, μητέρα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου.

Σύμφωνα με τις ευαγγελικές αναφορές, ο Πανάγιος Τάφος ήταν ένα λαξευτό σε βράχο, τυπικό ιουδαϊκό μνημείο της εποχής. Όμως μετά την αποκάλυψή του από την Αγία Ελένη λαξεύτηκε με τέτοιον τρόπο, ώστε να μείνει ανεξάρτητο από τη βραχώδη πλαγιά στην οποία αρχικά ανήκε και η οποία ισοπεδώθηκε, για να διευκολυνθεί η ανέγερση των θρησκευτικών μνημείων και των ναϊκών κτισμάτων από τον Μέγα Κωνσταντίνο.

Τη σημερινή του μορφή, αυτή που βλέπει ο προσκυνητής, την έλαβε το 1810, μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1808. Ομως αυτός ο ιερός τόπος πήρε πολλές μορφές και δέχτηκε πολλές και διαφορετικές διαμορφώσεις στο πέρασμα των είκοσι αιώνων από τη σταυρική θυσία και την Ανάσταση του Ιησού.

Τα κτίσματα

Έως και την καταστροφή του ναού από τον Αλ Χακίμ, την περίοδο 1009-1012, ο Πανάγιος Τάφος πρέπει να είχε διατηρήσει τη μορφή που περιγράφουν πηγές του 6ου και του 7ου αιώνα. Βρισκόταν στο μέσον μεγάλου πλατώματος και ήταν λαξευμένος σε μονόλιθο, γύρω από τον οποίο είχε χτιστεί δακτυλιόσχημος τοίχος, ενώ πάνω του είχε κατασκευαστεί ένα είδος κιβωρίου, το οποίο στήριζαν περίτεχνοι κιονίσκοι.

Με την καταστροφή της κατάκτησης των αρχών του 11ου αιώνα που προαναφέρθηκε, ο βράχος ισοπεδώθηκε και το κιβώριο καταστράφηκε. Έτσι, κατά την ανακαίνιση του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου, το χρονικό διάστημα 1042-1048, γύρω από τον Πανάγιο Τάφο χτίστηκε επίμηκες οικοδόμημα, το οποίο στα δυτικά είχε τη μορφή πολυγωνικού ημικυκλίου και περιβαλλόταν από κιονίσκους, που είχαν προσκολληθεί στους κλειστούς τοίχους.

Μια συγκλονιστική μαρτυρία

«Ήμουν ο πρώτος άνθρωπος που μπήκε μέσα στον Τάφο του Χριστού. Ναι, μύριζε μύρο παντού. Έτσι ένιωσα. Και ένιωσα δέος, ένιωσα εξωπραγματικά. Έκλαψα όταν έμαθα ότι ήρθα εδώ γιατί το ήθελε ο Κύριος. Και δεν ήμουν και πολύ πιστός». Με αυτά τα συγκλονιστικά λόγια ο 49χρονος συντηρητής Πέτρος Χαλόφτης από τα Μέγαρα, ο πρώτος άνθρωπος στη σύγχρονη ιστορία που μπήκε στον Τάφο του Ιησού Χριστού, περιέγραψε τα συναισθήματά του κατά το άνοιγμα του Τάφου στον Ναό της Αναστάσεως, πριν από περίπου ένα χρόνο.

Η αλήθεια για τον Τάφο του Ιησού

«Δεν μπορεί να τα χωρέσει ανθρώπινος νους τα συναισθήματα. Ήμουν αυτός που μπήκε πρώτος μέσα μετά τη μετατόπιση της πάνω πλάκας. Ο Τάφος είχε να ανοίξει από το 1810, που φτιάχτηκε το ιερό κουβούκλιο. Έκτοτε δεν είχε ανοίξει πάλι μέχρι το 2016…».

Και συγκλονίζει: «Υπάρχει όμως και μια άλλη λεπτομέρεια που ίσως σας φανεί περίεργη, ωστόσο οφείλω α την παραθέσω: πριν από καιρό στο σημείο του Τάφου στην τοιχοποιία από πίσω, μέσα στον τοίχο και σε ύψος 2 μέτρα περίπου, βρήκα μια ξύλινη σφήνα περίπου 20 εκατοστά και μόλις την έβγαλα είχε μια παρά πολύ ωραία μυρωδιά και μύριζε έτσι για τρεις μέρες περίπου. Ήταν εκεί μέσα 200 χρόνια. Κανονικά έπρεπε να βρωμούσε από τη σαπίλα. Και όμως ευωδίαζε».

Η έρευνα του ΕΜΠ

Κι ενώ οι εργασίες στον Πανάγιο Τάφο συνεχίζονται, η ομάδα του ΕΜΠ στα τέλη Οκτωβρίου μετακύλησε την πλάκα του Παναγίου Τάφου, δεδομένου ότι ολοκληρώθηκε η φάση των ενεμάτων κι έπρεπε να προστατευτεί ο Ιερός Βράχος. Κάτω από την μαρμάρινη πλάκα του κάλφα Κομνηνού (σ.σ. του φημισμένου αρχιτέκτονα που είχε κάνει την αποκατάσταση του τάφου το 1810, μετά την πυρκαγιά του 1808), βρέθηκε μια πλάκα μάλλον σταυροφοριακή, και αυτό τεκμαίρεται από τον χαρακτηριστικό σταυρό των Σταυροφοριών που φέρει επάνω της. Και από κάτω βρέθηκε η κοίτη του βράχου που θεωρείται ότι τοποθετήθηκε το σώμα του Ιησού.

Οι εργασίες της διεπιστημονικής ομάδας για την αναστήλωση του Ιερού Κουβουκλίου στον Πανάγιο Τάφο ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 2016 μετά από πρόταση του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεόφιλου προς το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και αφού εξασφαλίστηκε η συμφωνία και των άλλων δύο θρησκευτικών κοινοτήτων που χειρίζονται τον Πανάγιο Τάφο, του Τάγματος των Φραγκισκανών και του Πατριαρχείου των Αρμενίων στα Ιεροσόλυμα.

Η τελευταία έρευνα, αυτή του ΕΜΠ, επιβεβαίωσε την ηλικία του ασβέστη. Μέσω της εξέτασης δειγμάτων ασβεστοκονιάματος, που καλύπτει τον τάφο και ο οποίος βρίσκεται κάτω από την μαρμάρινη πλάκα που τον καλύπτει. Η εν λόγω πλάκα τοποθετήθηκε εκεί το 1555. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων δεν ήταν έκπληξη, ότι δηλαδή ο ασβέστης ήταν από τον 4ο αιώνα…

Τα σενάρια για τον Τάφο του Χριστού

Η αλήθεια πως 1984 χρόνια μετά, και δίχως πολλές αποδείξεις ή αρχαιολογικά ευρήματα, είναι αρκετά δύσκολο για κάποιον να υποδείξει με βεβαιότητα το ακριβές μέρος που εναποτέθηκε το σώμα του Χριστού αμέσως μετά τη Σταύρωση.

Και, κακά τα ψέματα, σε τέτοιες περιπτώσεις η θρησκευτική παράδοση περισσότερο μπερδεύει παρά βοηθά την αρχαιολογία, στον δρόμο για μια ιστορική αποτύπωση των γεγονότων.

Φερ’ ειπείν, πριν από 30 χρόνια ανακαλύφθηκε ένας οικογενειακός τάφος σε οστεοφυλάκιο, στο προάστιο Ταλπιγιότ της Ιερουσαλήμ, στο οποίο υπήρχαν τα ονόματα «Ιησούς, γιος του Ιωσήφ», «Ιούδας, γιος του Ιησού» και δύο με το όνομα Μαρία. Στο ένα μάλιστα με ελληνική γραφή αναγράφεται «Μαριάμνη» ή «Μάρα». Και επειδή τα αναγραφόμενα ονόματα συμπίπτουν κατά κάποιο τρόπο με τα γνωστά απ’ τα Ευαγγέλια ονόματα του Ιησού Χριστού, του θετού πατέρα του, Ιωσήφ, και της μητέρας του Μαρίας, προβλήθηκε ο προκλητικός ισχυρισμός ότι πρόκειται περί των αυτών προσώπων…

Αλλοι ιστορικοί επιμένουν ότι ήταν αδύνατον, οικονομικώς κυρίως, μια φτωχή οικογένεια από την άσημη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας να αποκτήσει οικογενειακό τάφο στην Ιερουσαλήμ, συν ότι τα ονόματα Ιωσήφ και Μαρία ήταν πολύ διαδεδομένα την εποχή εκείνη.

Οσο για το αν ο Ιησούς είχε γιο (Ιούδα, σε αυτή την περίπτωση) ή κόρη (Μαρία, σύμφωνα με το βιβλίο «Κώδικα ντα Βίντσι» του Νταν Μπράουν) ή τέλος πάντων απέκτησε παιδιά και οικογένεια, δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ και ούτε, πιθανότατα, πρόκειται.

Πού ήταν ο τάφος του Ιησού; Σύμφωνα με τις ευαγγελικές αφηγήσεις, το σώμα του Ιησού τοποθετήθηκε σε νεοκατασκευασμένο τάφο (προφανώς του Ιωσήφ της Αριμαθίας) που ήταν κοντά στον Κρανίου τόπο. Αρα τοποθετήθηκε σ’ έναν τάφο όχι οικογενειακό, όχι δικό του, αλλά σ’ ένα τάφο που δεν του ανήκε και σ’ έναν βράχο στο Γολγοθά. Και σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, ο τάφος του Χριστού βρισκόταν κοντά στο σημείο της σταύρωσης: «ἦν δὲ ἐν τῷ τόπῳ ὅπου ἐσταυρώθη κῆπος, καὶ ἐν τῷ κήπῳ μνημεῖον καινόν, ἐν ᾧ οὐδέπω οὐδεὶς ἐτέθη· 42 ἐκεῖ οὖν διὰ τὴν παρασκευὴν τῶν ᾿Ιουδαίων, ὅτι ἐγγὺς ἦν τὸ μνημεῖον, ἔθηκαν τὸν ᾿Ιησοῦν» (κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον ιθ’ 41-42).

Το πού ακριβώς ήταν αυτός ο τάφος από επιστημονική άποψη δεν είναι απόλυτα γνωστόν και επιβεβαιωμένο. Σίγουρα, ήταν έξω από την πόλη Ιερουσαλήμ, και μέχρι τώρα έχουν υποδειχτεί δύο πιθανοί τόποι. Παραδοσιακά, έχει επικρατήσει ο χώρος του Πανάγιου Τάφου διότι επειδή υπάρχουν οι προαναφερθείσες αρχαίες μαρτυρίες…

Η ιστορία και οι καταστροφές του Πανάγιου Τάφου

Ο Πανάγιος Τάφος βρίσκεται το κέντρο της Παλαιάς Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για ένα πολυσύνθετο οικοδόμημα, η ποικιλία των αρχιτεκτονικών ρυθμών και οι αντιθέσεις του οποίου μαρτυρούν την τόσο μακραίωνη όσο και πολυτάραχη ιστορία του.

Ο πρώτος ναός που ανεγέρθηκε στον χώρο αυτό με τη φροντίδα του Μεγάλου Κωνσταντίνου και της μητέρας του Αγίας Ελένης, γι’ αυτό και είναι γνωστός στους αρχαιολόγους ως «Κωνσταντίνειος Βασιλική», το 336 μ.Χ. Το 614 οι Πέρσες κατέλαβαν τα Ιεροσόλυμα και πυρπόλησαν τον ναό, ο οποίος αναστηλώθηκε το 626 με πρωτοβουλία του μετέπειτα πατριάρχη Ιεροσολύμων Μοδέστου (632-634).

Το 936 ο ναός πυρπολήθηκε εν μέρει από τους Σαρακηνούς. Το 969 οι Μουσουλμάνοι έκαψαν τον τρούλο του ναού και θανάτωσαν τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη Δ’ σε αντίποινα της εκστρατείας του Νικηφόρου Φωκά. Το 1009 πυρπολήθηκε και πάλι από φανατικούς μουσουλμάνους.

Την περίοδο 1024-1048 ο ναός ξανακτίστηκε χάρη στις φροντίδες των αυτοκρατόρων Ρωμανού Γ’, Μιχαήλ Δ’ Παφλαγόνα και Κωνσταντίνου Θ’ Μονομάχου. Στη συνέχεια, οι Σταυροφόροι κατέλαβαν τα Ιεροσόλυμα και προσέδωσαν στον ναό τη σημερινή περίπου μορφή του.

Το 1187 ο Σαλαντίν έδιωξε τους Σταυροφόρους από τα Ιεροσόλυμα και βεβήλωσε τον ναό, τον οποίο όμως παρέδωσε τελικά στους Χριστιανούς μετά από παρέμβαση του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ισαακίου Β’ Αγγέλου. Το 1229, με την ανακατάληψη των Ιεροσολύμων από τους Σταυροφόρους, ο ναός πέρασε στη δικαιοδοσία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ως το 1244, οπότε με την οριστική αποχώρηση των Σταυροφόρων, ο ναός περιήλθε και πάλι στους Ορθοδόξους, που εξακολούθησαν να έχουν την κυριότητά του και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης.

Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα ο ναός υπέστη σοβαρές ζημιές από μία πυρκαγιά (1808) και δύο σεισμούς (1834 και 1836). Παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες που καταβλήθηκαν κατά την αποκατάσταση των ζημιών, ο ναός παρουσίαζε κάκιστη ενώ υπέστη και νέες φθορές από τον σεισμό του 1927. Τελικά, μετά την συμφωνία που επήλθε μεταξύ των τριών κυριοτέρων δογμάτων, Ορθοδόξων, Ρωμαιοκαθολικών και Αρμενίων, το 1958 άρχισε μια συλλογική προσπάθεια αποκατάστασης και συντήρησης του ιερού αυτού μνημείου.


Δημοσιεύτηκε στο E-magazino.gr στις 4/12/2017