Menu

Τζιμ Λόντος, ο Αργείτης που έγινε παγκοσμίως διάσημος ως παλαιστής

Τζιμ Λόντος, ο Αργείτης που έγινε παγκοσμίως διάσημος ως παλαιστής

Σούπερ σταρ της επαγγελματικής πάλης, που πρόσφερε ώρες χαράς και ξεγνοιασιάς στους δοκιμαζόμενους από το οικονομικό κραχ Αμερικανούς. Ο Τζιμ Λόντος γεννήθηκε σαν σήμερα, στις 2 Ιανουαρίου 1897 στο Κουτσοπόδι (λίγο έξω από το Αργος) ως Χριστόφορος Θεοφίλου και ήταν το μικρότερο από τα 13 παιδιά της οικογένειάς του.

Η μητέρα του ήθελε να γίνει ιερέας, ενώ ο πατέρας του τον ονειρευόταν στρατιωτικό. Ο ίδιος προτίμησε να γίνει μετανάστης και σε ηλικία μόλις 13 ετών εγκατέλειψε το σπίτι του, ταξίδεψε στην Αμερική κι έπιασε δουλειά ως λαντζέρης σ’ ένα εστιατόριο της Νέας Υόρκης.

Μεταπήδησε στην επαγγελματική πάλη, αφού πρώτα εργάστηκε σε τσίρκο ως κατσέρ σε ακροβατικό νούμερο. Αρχικά εμφανιζόταν ως “The Wrestling Plasterer” Christopher Theophelus και αργότερα καθιέρωσε το Jim Londos. Προικισμένος εκ φύσεως με σημαντική δύναμη αλλά και άρτια τεχνικά καταρτισμένος είχε καταστεί το ίνδαλμα των φιλάθλων. Σπάνιας αντοχής, είχε δώσει μεγάλη σειρά αγώνων ασυνήθους αριθμού στην Αμερική, Ευρώπη, Αφρική (Αίγυπτο) και Αυστραλία. Συνδύαζε τη σωματική ρώμη με την τεχνική της πάλης. Έγινε ταχύτατα γνωστός για το λεγόμενο “αεροπλανικό κόλπο” (τεχνική), με το οποίο εξουδετέρωνε τους αντιπάλους του.

Τζιμ Λόντος, ο Αργείτης που έγινε παγκοσμίως διάσημος ως παλαιστής

Η ιδέα να ασχοληθεί με την πάλη τού δημιουργήθηκε όταν βρέθηκε τυχαία σ’ έναν αγώνα, καθώς «εξερευνούσε» τους δρόμους του Μανχάταν, λίγες ημέρες μετά την άφιξή του. Με τα πρώτα χρήματα που κέρδισε από τη δουλειά του, γράφτηκε σ’ ένα προπονητήριο και άρχισε να μαθαίνει τα μυστικά του αθλήματος.

Πολύ σύντομα, προσέλκυσε το ενδιαφέρον των οργανωτών αγώνων, καθώς διέφερε απ’ όλους τους άλλους παλαιστές. Ήταν μικρόσωμος και χωρίς κανένα ψεγάδι τερατομορφίας, ενώ διέθετε δύναμη, ευκινησία, ευστροφία και πονηριά. Αυτή η διαφορετικότητά του ταύτιζε τους θεατές μαζί του, στο ρόλο του «καλού» που μάχεται και τελικά νικάει τον γιγαντόσωμο «κακό» αντίπαλό του. Δεκάδες χιλιάδες κόσμου συνέρρεαν σε κάθε αγώνα του για να παρακολουθήσουν τα κατορθώματά του και να απολαύσουν τις θεαματικές λαβές και τα «αεροπλανικά» του.

Ο Τζιμ Λόντος -προσωνύμιο που του δόθηκε από τον αθλητικογράφο Ρόσκο Φόσετ, έπειτα από μία νίκη του στην ομιχλώδη αρένα «London» του Πόρτλαντ- υπήρξε από τους πρωτεργάτες τους είδους της πάλης που αργότερα έγινε γνωστό διεθνώς ως «κατς». Στις 8 Ιουνίου του 1930 ανακηρύχθηκε από την Ομοσπονδία Πάλης της Πολιτείας της Νέας Υόρκης παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών, τίτλο που κράτησε έως το 1946, οπότε και αποσύρθηκε. Σε αυτά τα 16 χρόνια έδωσε περισσότερους από 2.500 αγώνες και ηττήθηκε σε λιγότερους από δέκα!

Κέρδισε πολλές διακρίσεις στην πάλη με σημαντικότερη την ανάδειξή του σε παγκόσμιο Πρωταθλητή βαρέων βαρών στις 18 Νοεμβρίου 1938. Σκληρότεροι αντίπαλοί του, κατά τους αθλητικούς χρονογράφους της εποχής, ήταν ο “στραγγαλιστής Λιούις” και οι “Στέκερ” Μπράουνιγκ και Σίκατ.

Οι Έλληνες τον απολάμβαναν κατά καιρούς στο Καλλιμάρμαρο, όταν ερχόταν για να κατατροπώσει τον Κβαριάνι, τον Μεμέτ Αλή, τον Βάντερβαλντ και το 1959 (στα 64 χρόνια του!) κάποιον Αγγλο παλαιστή τριάντα χρόνια νεότερό του…

Τζιμ Λόντος, ο Αργείτης που έγινε παγκοσμίως διάσημος ως παλαιστής

Η λαμπρή πορεία του στα ρινγκ υπήρξε ιδιαίτερα προσοδοφόρα για τον Λόντο. Αλλά και ο ίδιος υπήρξε γενναιόδωρος, προσφέροντας σημαντικά χρηματικά ποσά για τα ελληνόπουλα που έμειναν ορφανά κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά το 1946 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, διατηρώντας εθιμικά τον τίτλο του ισόβιου παγκόσμιου πρωταθλητή και λαμβάνοντας στην Αμερική τη περίφημη χρυσή και αδαμαντοποίκιλτη ζώνη που φορά σε πολλές φωτογραφίες.

Το όνομά του έγινε θρύλος στην Ελλάδα. Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 σχεδόν σε όλη την Ελλάδα όταν ήθελαν να χαρακτηρίσουν ένα άτομο δυνατό, τον αποκαλούσαν “Τσιμπλόντο”, σε παραφθορά του ονόματός του. Αναφορά επίσης στο όνομά του κάνουν και κάποια ελληνικά λαϊκά τραγούδια της ίδιας εποχής.

Τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του εργάστηκε για λογαριασμό διαφόρων φιλανθρωπικών οργανώσεων, κυρίως για την περίθαλψη και προστασία ορφανών Ελληνόπουλων, θυμάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Για την φιλανθρωπική του δράση τιμήθηκε από την ελληνική και αμερικανική πολιτεία, από τον βασιλιά της Ελλάδος Παύλο και από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον.

Απεβίωσε στα 78 του από καρδιακή προσβολή στις 19 Αυγούστου 1975 και το μνημείο του υπάρχει στο Oak Hill Memorial Park στο Escondido της Καλιφόρνια.