Menu

Η απελευθέρωση της Σάμου

Η απελευθέρωση της Σάμου

2 Μαρτίου 1913. Με καθυστέρηση ενός αιώνα η ηρωική, στην Επανάσταση, Σάμος εντάσσεται στο ελληνικό κράτος.

Η Υψηλή Πύλη είχε, από το 1832, αναγνωρίσει ένα ιδιότυπο καθεστώς για το νησί της Σάμου: είχε κηρυχθεί ως ηγεμονία με δικό του διοικητή, αλλά συνέχισε να είναι υποτελές στην στον Σουλτάνο, ο οποίος διόριζε μεν ηγεμόνα αλλά ήταν κάθε φορά χριστιανός ορθόδοξος.

Η Σάμος από τον Απρίλιο του 1821 που κηρύχθηκε η επανάσταση στο Βαθύ και για 13 χρόνια, με τον Κωνσταντίνο Λαχανά αλλά κι αργότερα με επικεφαλής τον Λυκούργο Λογοθέτη κι άλλους οπλαρχηγούς στο Καρλόβασι, κρατήθηκε ελεύθερη με εξαίρεση τον Κάβο Φονιά.

Οι Σαμιώτες κρυμμένοι στα ακρογιάλια του νησιού μάχονταν, για να μην επιτρέψουν στους Τούρκους να πατήσουν στο νησί. Σε κρίσιμες στιγμές συνέδραμαν και το ελληνικό ναυτικό, ώστε να μην καταστραφεί το νησί.

Το 1834 οι τρεις μεγάλες δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία σε συμφωνία με το Σουλτάνο διαμόρφωσαν το νέο καθεστώς στο νησί.

Οι κάτοικοι όμως δε συμβιβάστηκαν. Όλοι οι προύχοντες (60 σε αριθμό) μαζί με τον Μητροπολίτη Κύριλλο πήραν το δρόμο της προσφυγιάς. Οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην Εύβοια, κυρίως, και στη Χαλκιδική. Αυτούς ακολούθησαν και περισσότεροι από 4.000 κάτοικοι του νησιού. Το καθεστώς αυτό διήρκεσε 78 χρόνια και πέρασαν 18 ηγεμόνες, εν συνόλω, από τη Σάμο.

Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα οι Σαμιώτες πάλευαν για τα δικαιώματά τους και την ελευθερία τους. Πολλούς από τους ηγεμόνες με τον αυταρχισμό τους κατάφεραν να τους στείλουν οι Σαμιώτες πίσω στην Τουρκία, διότι δε δέχονταν την καταπίεση που οι ηγεμόνες ασκούσαν.

Έτσι, λίγο πριν την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων του 1912, ηγεμόνας ήταν ο Ανδρέας Κοπάσης. Τουρκόφιλος, αυταρχικός, είχε καταπατήσει σχεδόν όλα δικαιώματα των Σαμιωτών. Είχε φέρει μάλιστα και αρκετό τουρκικό στρατό με τη δικαιολογία να διατηρήσει την τάξη στο νησί. Για αυτές του τις ενέργειες δολοφονήθηκε στις 9 Μαρτίου στην παραλία του Βαθιού από τον Σταύρο Δημητρίου Μπαρέτη – που καταγόταν από το χωριό Μπαλάφτσα της Μακεδονίας.

Στις 7 Σεπτεμβρίου όμως, μια ομάδα ενόπλων Σαμιωτών με επικεφαλής τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, αποβιβάζεται στο Μαραθόκαμπο. Η είδηση γίνεται αμέσως γνωστή σε ολόκληρο το νησί και την ίδια ημέρα στο Καρλόβασι συγκεντρώνονται πολλές εκατοντάδες ένοπλων κατοίκων του νησιού μαζί και οι κάτοικοι του Καρλοβασίου και προβαίνουν σε συλλαλητήριο. Ακολούθως, μετά από τις ομιλίες, του Θεμιστοκλή Σοφούλη και του Εμμανουήλ Βλιάμου, δια βοής, εγκρίνουν ψήφισμα ανεξαρτητοποίησης.

Τον Σεπτέμβριο του 1912 ο Θεμιστοκλής Σοφούλης με ομάδα ένοπλων οπαδών του αποβιβάστηκε στη Σάμο και κήρυξε επανάσταση εναντίον του τοπικού ηγεμόνα και της υποτέλειας στην Τουρκία. Ακολούθως, ο Σοφούλης συντάσσει προκήρυξη με πατριωτικό περιεχόμενο, προς τον λαό της Σάμου κι εκατοντάδες ένοπλοι πηγαίνουν στους Μυτιληνιούς να καταταγούν, όπου ο Σοφούλης είχε το αρχηγείο του.

Οι εξελίξεις πλέον είναι ραγδαίες. Αρχίζουν οι συγκρούσεις με τους Τούρκους που εν τω μεταξύ είχαν ενισχυθεί με πυροβολικό στην περιοχή Παλαιοκάστρου.Η μάχη στον Μπαϊρακτάρη κράτησε ολόκληρη ημέρα με αρκετούς νεκρούς και τραυματίες. Εγινε πενθήμερη ανακωχή κατόπιν αλλά στην περιοχή Παλαιοκάστρου και Μεσόκαμπου οι Τούρκοι έκαψαν σπίτια, σοδειές, καπνά και όλα τα υπάρχοντα των κατοίκων.

Με παρέμβαση του Σοφούλη προς τις Μεγάλες Δυνάμεις οι Τούρκοι στρατιώτες μεταφέρονται στη μικρασιατική ακτή με Σαμιώτικα καΐκια που φέρουν τη σημαία της ηγεμονίας. Με την αποχώρηση του Τουρκικού στρατού ο λαός πανηγυρίζει.

Στις 19 Σεπτεμβρίου του 1912 το βράδυ ο Θεμιστοκλής Σοφούλης με νέα προκήρυξη επισημαίνει ότι «η μόνη κυρίαρχος και έγκυρος εν τω τόπω εξουσία είναι η επανάστασις».

Στις 5 Οκτωβρίου 1912 ξεκινούν οι Βαλκανικοί πόλεμοι. Τον Νοέμβριο 500 εθελοντές Σαμιώτες, με επικεφαλής τον Σοφούλη, πηγαίνουν στην Αθήνα, για να γίνει συνεννόηση για την ένωσή τους με την υπόλοιπη ελεύθερη Ελλάδα. Τότε δίνουν για την ενίσχυση του ελληνικού στρατού ένα σημαντικό χρηματικό ποσό από εράνους που πραγματοποίησαν.

Ο Σοφούλης συνεννοείται με τον Ελευθέριο Βενιζέλο για την ένωση της Σάμου και επιστρέφοντας στις 10 Νοεμβρίου στο νησί, κηρύττει την ένωση της Σάμου με την Ελλάδα. Ειδοποιείται ο ηγεμόνας του νησιού να εγκαταλείψει το νησί και την επομένη 11η του μήνα ημέρα Κυριακή και ώρα 2:00 μ.μ., πηγαίνει στην Εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα, στο Βαθύ, ο Θεμιστοκλής Σοφούλης συνοδευόμενος από τις αρχές του νησιού. Οι κάτοικοι είχαν κατακλύσει την εκκλησία και τους γύρω χώρους , οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα και η γαλανόλευκη κυμάτιζε. Τότε ο Σοφούλης, με δάκρυα στα μάτια, διακήρυξε την πανηγυρική ένωση της Σάμου με την Ελλάδα.

Όμως η επίσημη αναγνώριση δεν είχε ακόμη γίνει από την ελληνική κυβέρνηση. Η Ένωση δεν έγινε αμέσως αποδεκτή (επισήμως) από τον Βενιζέλο, γιατί ο πρωθυπουργός φοβόταν περιπλοκές κι αιματοχυσίες.

Ακολούθησαν πάνδημα συλλαλητήρια στην κυρίως Ελλάδα, και έτσι σαν σήμερα, 2 Μαρτίου1913 η ελληνική κυβέρνηση στέλνει στη Σάμο, το θωρηκτό «Σπέτσαι», συνοδευόμενο από το εμπορικό «Θεσσαλία» με δύο λόχους στρατού για την κατάληψη του νησιού.

Ο ελληνικός στρατός γίνεται δεκτός με εκδηλώσεις ενθουσιασμού και τελείται Δοξολογία στη 1:00 μ.μ. στο Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Νικολάου. Η ενσωμάτωση της Σάμου με την ελεύθερη Ελλάδα ήταν πλέον πραγματικότητα.