Menu

Όχι και ότι έσβησε κάποιο χρέος ο Μεταξάς…

Όχι και ότι έσβησε κάποιο χρέος ο Μεταξάς…

15 του Ιούνη, 1939, με το παλιό ημερολόγιο. Η Ελλάδα δικαιώνεται στο Διεθνές Δικαστήριο για την απόφαση αναστολής πληρωμών έναντι των δανειστών της. Έτσι έχει γραφτεί κατά κόρον. Λάθος!

Όλα είχαν ξεκινήσει το 1932, όταν μετά από ένα τρίμηνο ταξιδιών και επαφών στην Ευρώπη, η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου κήρυξε χρεοστάσιο (διακοπή πληρωμών δηλαδή). Μέχρι τότε, παρ’ όλες τις δύσκολες συνθήκες, οι δανειστές πληρώνονταν κανονικά. Όταν ο Βενιζέλος είχε μιλήσει στην Κοινωνία των Εθνών στις 15 Απριλίου 1932, είχε ζητήσει πενταετή αναβολή πληρωμών, αλλά η τελική απόφαση τής ΚΤΕ δεν ήταν ευνοϊκή. Κι ακολούθησε το «δεν έχω φράγκα να πλερώσω».

Η κυβέρνηση του Βελγίου προσέφυγε στο Διεθνές Δικαστήριο του Διεθνούς δικαίου, που είχε ιδρύσει η Κοινωνία των Εθνών, κατηγορώντας την Ελλάδα ότι αθετεί τις διεθνείς της υποχρεώσεις. Η Ελλάδα απάντησε ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις, διότι δεν μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση του λαού και της χώρας (ναι, τα γνωστά).

Το Διεθνές Δικαστήριο δεν αποδέχτηκε ποτέ το σκεπτικό αυτό και ουδέποτε ίσχυσε το «ο Μεταξάς έσβησε το ελληνικό χρέος» – άγνωστο, πότε ακριβώς επινοήθηκε αυτή η ιστορία και από ποιους εθνικιστές.

Οι αποφάσεις του Διαρκούς Δικαστηρίου του Διεθνούς Δικαίου (Permanent Court of International Justice), το οποίο λειτουργούσε προπολεμικά στα πλαίσια της λειτουργίας της ΚτΕ (πρόδρομος του ΟΗΕ), δεν ήταν ευνοϊκές προς την Ελλάδα, αν και ως το 1932 αποπλήρωνε τις δόσεις – το δάνειο ήταν για να χρηματοδοτήσει η χώρας την κατασκευή τμήματος του σιδηροδρομικού δικτύου της.

Τότε, Μάιος του 1932, η κυβέρνηση Βενιζέλου κήρυξε στάση πληρωμών οι εργασίες σταμάτησαν.

Προκειμένου να μην απωλέσει τα χρήματά της, η βελγική τράπεζα προσέφυγε στην παραπάνω επιτροπή διαιτησίας. Η οποία, με δύο αποφάσεις, δικαίωσε τους Βέλγους και όριζε πως ένα σώμα ειδικών, το οποίο θα επεξεργαζόταν κάποια λύση για το ποσό και τον τρόπο πληρωμής τής οφειλής.

Ακολούθως η κυβέρνηση Μεταξά συνέχισε το ίδιο τροπάρι, της μη καταβολής των δόσεων και μάλιστα υποστήριξε ότι το Διαρκές Δικαστήριο του Διεθνούς Δικαίου δεν είχε την αρμοδιότητα να δικάσει μια τέτοια υπόθεση και ότι ουδέποτε είχε καθοριστεί ο χαρακτήρας της οφειλής της απέναντι στην ανωτέρω βελγική τράπεζα.

Άπαντες οι ισχυρισμοί της ελληνικής πλευράς (ότι δεν ήταν δυνατόν να συμμορφωθεί με το περιεχόμενο των διαιτητικών αποφάσεων λόγω της οικονομικής κατάστασης, ότι ήταν απαραίτητο οι δύο πλευρές να έλθουν σε συνεννόηση για διακανονισμό και ότι μια δίκαιη λύση έπρεπε να περιλαμβάνει τη συνεννόηση της ελληνικής κυβέρνησης με τους κατόχους ομολόγων του ελληνικού χρέους) απερρίφθησαν.

Και έτσι, με ψήφους 13 υπέρ και 2 κατά, το δικαστήριο έκρινε, ότι οι διαιτητικές αποφάσεις, που αφορούσαν τη διαφορά ανάμεσα στην Ελλάδα και την τράπεζα «Societe Commerciale de Belgique» ήταν οριστικές και δεσμευτικές. Η απόφαση αυτή εξεδόθη στις 15./6/1939.

Ωστόσο ο πόλεμος πρόλαβε τις εξελίξεις και ουδέποτε πληρώσαμε πάλι άλλη δόση…