Menu

Mundostories #66 Ο Μοασίρ, ο Γκίτζια και ο… Πάπας

Mundostories #66 Ο Μοασίρ, ο Γκίτζια και ο… Πάπας

🏆 𝟏𝟑𝟓 𝚮𝚳𝚬𝚸𝚬𝚺 𝚪𝚰𝚨 𝚻𝚶 𝚳𝚶𝚼𝚴𝚻𝚰𝚨𝚲 𝟐𝟎𝟐𝟐 🇶🇦

✍️ 🅼🆄🅽🅳🅾🆂🆃🅾🆁🅸🅴🆂 ⏳

#Story No 66 👇 𝚶 𝚳𝛐𝛂𝛔𝛊𝛒, 𝛐 𝚪𝛋𝛊𝛕𝛇𝛊𝛂 𝛋𝛂𝛊 𝛐… 𝚷𝛂𝛑𝛂ς

Είχε βγει ελάχιστα από την εστία και παρατηρούσε τους αντιπάλους του έτοιμος να επέμβει. Το σουτ είχε τα φάλτσα που χρειάζονταν. Ο τερματοφύλακας έκανε ένα άλμα προς τα πίσω.

Χάιδεψε την μπάλα με τα δάχτυλα και έπεσε στο έδαφος με τη σιγουριά ότι δεν του είχε στήσει κανένα μνησίκακο παιχνίδι. Οταν σηκώθηκε, με τη στέρεη πεποίθηση ότι είχε αλλάξει την πορεία της, την είδε να φλερτάρει με τα δίχτυα του.  Μια εκκωφαντική… σιωπή, ένα γκολ που λειτούργησε για τη Βραζιλία, όπως η δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι για τις ΗΠΑ και οδήγησε στο αιώνιο μαρτύριο του Μοασίρ Μπαρμπόσα. Του γκολκίπερ που είχε αναδειχθεί από τους δημοσιογράφους ως ο καλύτερος του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 1950 μέχρι να υποπέσει στο αμάρτημα του, για το οποίο… κάηκε στην κόλαση για 50 ολόκληρα χρόνια, μέχρι να επέλθει δηλαδή, «ο δεύτερος θάνατος του», όπως εύστοχα επισημάνθηκε στη νεκρολογία του σε μια βραζιλιάνικη εφημερίδα το 2000.

Ηταν 16 Ιουλίου του 1950 όταν ο Ουρουγουανός Αλσίδες Γκίτζια χάιδεψε την μπάλα με πειθαρχημένη τρυφερότητα και την έστειλε στο βάθος της εστίας του Βραζιλιάνου γκολκίπερ. Σε μια στιγμή το είδωλο μετατράπηκε σε κτήνος, άρχισε να καταρρέει λες και βρισκόταν σε ρωμαϊκή αρένα με τον όχλο έτοιμο να τον κατασπαράξει. Η Ουρουγουάη νικούσε 2-1 τη Βραζιλία μέσα στο «Μαρακανά» και κατακτούσε για δεύτερη φορά το Παγκόσμιο Κύπελλο (και πρώτη από το 1930), την ώρα που στη χώρα της σάμπα για τρεις ημέρες μετρούσαν νεκρούς (άλλοι λένε για έξι, άλλοι για δέκα) από τις αυτοκτονίες.

Μετά το ’50 ο Μπαρμπόσα ήταν ένα απόβλητος που έπρεπε να απορριφθεί αμέσως από τη Βραζιλία. Από τότε δεν κλήθηκε ξανά στη «σελεσάο», συνέχισε να αγωνίζεται μέχρι το 1962, όταν και σε ηλικία 40 ετών αποσύρθηκε από την ενεργό δράση φορώντας τη φανέλα της Κάμπο Γκράντε. Υπέμεινε με τη στωικότητα του Ιώβ τις κραυγές του πλήθους σε κάθε γήπεδο που αγωνιζόταν. Το καταλάβαινε σε κάθε του εμφάνιση, όπως όταν μια ημέρα θέλησε να αγοράσει ψωμί κι ένα παιδάκι τον είδε και έβαλε τα κλάματα.

Οχι τυχαίο ότι μέχρι που εμφανίστηκε ο Ντίντα, η «σελεσάο» ουδέποτε είχε ξανά γκολκίπερ μη λευκό και ο Μοασίρ τιμωρούνται για χρόνια για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε. Υπέμενε σαν ανθρώπινο κουρέλι τα πάντα μέχρι και τον θάνατό του… Εκείνο το καταραμένο γκολ για τον Μπαρμπόσα αποδείχθηκε διαβατήριο ευτυχίας για τον Ουρουγουανό σκόρερ, Γκίτζια.

«Μόνο τρεις άνθρωποι κατάφεραν να σιωπήσουν εντελώς το “Μαρακανά” με μια πράξη τους. Ο Φρανκ Σινάτρα, ο Πάπας Ιωάννης ο Παύλος ο 2ος  και εγώ» θυμόταν αργότερα.

«Η σιωπή μετά τη λήξη του τελικού ήταν αρρωστημένη. Δεν την άντεχα» είπε αργότερα ο Ζιλ Ριμέ, ο οποίος έδωσε στα γρήγορα το τρόπαιο στον Βαρέλα, δίχως καμία τελετή απονομής, απλώς με μια λιτή παράδοση του τροπαίου στη… ζούλα και στα γρήγορα στους Ουρουγουανούς που έφυγαν τρέχοντας για τα αποδυτήρια.

Οι Βραζιλιάνοι εξιλεώθηκαν τρόπον τινά κόντρα στη Νέμεσή τους δύο δεκαετίες μετά, στο Μουντιάλ του 1970 στο Μεξικό: η ανίκητη τότε «σελεσάο» συνάντησε την Ουρουγουάη στα ημιτελικά, την τιμώρησε με μια άνετη νίκη με 3-1. Οι Βραζιλιάνοι… καρδιοχτύπησαν καθώς η «σελέστε» προηγήθηκε στο 19’ με τον Κουμπίγια αλλά στη συνέχεια κλείστηκε στην άμυνα. Η «σελεσάο» απάντησε στο 44’ με τον Κλοντοάλντο, και στο β’ μέρος, απελευθερωμένη από το άγχος πέτυχε άλλα δύο γκολ με τους Ζαϊρζίνιο (76’) και Ριβελίνο (89’).