Menu

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Ιανουάριος 1984. Από τις φορές που η αγριότητα ξεπερνάει κάθε ανθρώπινο όριο. Ο άνθρωπος μετατρέπεται σε ένα άκαρδο και άψυχο ον που θέλει με κάθε τρόπο να ξεδιψάσει την ακόρεστη δίψα του για αίμα. Πολλές είναι οι φρικιαστικές σκηνές που γεμίζουν τα βιβλία ιστορίας και άνετα θα ταίριαζαν στην παραπάνω περιγραφή.

Μια τέτοια μαύρη σελίδα στην ιστορία της ανθρωπότητας γράφτηκε τότε όταν Παλαιστίνιοι, σχεδόν κλειδωμένοι μέσα στους προσφυγικούς καταυλισμούς στη Σάμπρα και στη Σατίλα στο Λίβανο, σφαγιάσθηκαν από παραστρατιωτικούς οι οποίοι είχαν ως «κρυφό άσσο» την ανοχή των Ισραηλινών που υποτίθεται πως… φρουρούσαν τους καταυλισμούς αλλά τη νύχτα άναβαν μέχρι και φωτοβολίδες για να υπάρχει φως και να συνεχιστεί το αιματοκύλισμα.

Η παγκόσμια κοινή γνώμη έμεινε σοκαρισμένη να κοιτάει τη σφαγή. Ακόμα και ένας Ισραηλινός συγγραφέας την παρομοίασε με εκείνη των Γιουγκοσλάβων από τους υποστηρικτές των Ναζί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Είχε προηγηθεί ένα πολιτικό θρίλερ με τον παλαιστίνιο ηγέτη Γιασέρ Αραφάτ να βρίσκει καταφύγιο στην Αθήνα, φιλοξενούμενος του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, προσπαθώντας να ισχυροποιηθεί στη Δύση και να αποτρέψει μια αναπόφευκτη –όπως αποδείχθηκε- σφαγή στη Μέση Ανατολή. Δύο άντρες που στην πορεία έγιναν φίλοι. Μέχρι το τέλος.

Η αντίστροφη μέτρηση για την ανθρωποσφαγή στους δυο προσφυγικούς καταυλισμούς είχε ξεκινήσει μερικές εβδομάδες νωρίτερα. Ο Ισραηλινός στρατός είχε εισβάλει στον Λίβανο με πρόσχημα τον πόλεμο κατά των Παλαιστινίων. Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκαναν οι Ισραηλινοί ήταν να περικυκλώσουν τους δυο προσφυγικούς καταυλισμούς. Το έκαναν αυτό ως μέτρο πίεσης δεδομένου πως η συντριπτική πλειονότητα όσων βρίσκονταν μέσα στη Σάμπρα και τη Σατίλα ήταν γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι.

Η δολοφονία του Τζεμαγέλ

Ως θρυαλλίδα των δραματικών εξελίξεων θεωρείται η δολοφονία του Μπασίρ Τζεμαγέλ, ενός εκ των ηγετών του κόμματος «Phalange», μια χριστιανική πολιτοφυλακή του Λιβάνου. Ένα από τα χαρακτηριστικά αυτών των «φαλλαγιτών» ήταν το μίσος που έτρεφαν για τους Παλαιστίνιους. Αυτό το γνώριζε πολύ καλά ο τότε υπουργός Άμυνας του Ισραήλ (και μετέπειτα πρωθυπουργός) Αριέλ Σαρόν, ο οποίος μίλησε με τον Ελι Χομπέικα (υψηλόβαθμό στέλεχος του Phalange) και του είπε πως πίσω από τη δολοφονία βρίσκονται οι εξτρεμιστές Παλαιστίνιοι, κάποιοι από τους οποίους κρύβονται μέσα σε σπίτια στους δυο προσφυγικούς καταυλισμούς. Ο κύβος ερρίφθη.

Ο βετεράνος ανταποκριτής του «Independent» στη Μέση Ανατολή, Ρόμπερτ Φισκ, που υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του μακελειού είχε δώσει μια από τις συγκλονιστικότερες περιγραφές: «Θυμάμαι τον γέρο με τις πιτζάμες που ήταν ανάσκελα στον κεντρικό δρόμο με το μπαστούνι του να κείται αθώο δίπλα του, τις δυο γυναίκες και το μωρό που πυροβολήθηκαν δίπλα σ’ ένα νεκρό άλογο, το ιδιωτικό σπίτι στο οποίο μπήκα για να κρυφτώ από τους δολοφόνους και βρήκα μια νεαρή γυναίκα νεκρή στην αυλή. Μερικές από τις γυναίκες είχαν βιαστεί πριν τις σκοτώσουν. Μιλιούνια οι μύγες, η οσμή της αποσύνθεσης. Αυτά θυμάται κανείς…».

Η άφιξη του Αραφάτ κάτω από τη… μύτη των Ευρωπαίων

Τον Αύγουστο πριν από τη σφαγή, η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) αναγνώρισε την ήττα της στον πόλεμο με τους Ισραηλινούς και υπέγραψε μια διεθνή συμφωνία που προέβλεπε την αποχώρηση των μαχητών της προς διάφορες χώρες και τη μετεγκατάσταση των αρχηγείων της στην Τυνησία. Ο Γιάσερ Αραφάτ όμως φοβόταν για τη ζωή του και φεύγει, στις 30 Αυγούστου, από την περιοχή και με ελληνικά πλοία αποβιβάζεται στο Φάληρο, όπου τον υποδέχτηκε ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου!

Ο Ανδρέας, που είχε εξαιρετικές σχέσεις και με τον Γερμανό καγκελάριο Χέλμουτ Κολ και με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιτερέν (που διαρκώς αποκαλούσε ως «φίλο του») το είχε οργανώσει κυριολεκτικά… κάτω από τη μύτη τους.

Άλλωστε, μόλις 40 μέρες μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου του 1981 ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αναγνωρίσει την PLO, μια απόφαση που «πάγωσε» τη Δύση δεδομένου πως οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ την θεωρούσαν τρομοκρατική οργάνωση…

Ο κόσμος, σε Ελλάδα και Ευρώπη, διχάζεται. Από την μια υπάρχει η τάση που εκφράζεται μέσα από την δήλωση-φωτιά της Μελίνας Μερκούρη (που υπόσχεται ότι θα «καρφώσει τη σημαία της Παλαιστίνης στα Ιεροσόλυμα») και από την άλλη η τάση που εκφράζεται από δηλώσεις ανάλογες με εκείνη του (προέδρου της Δημοκρατίας, πια) Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος συστήνει ουδετερότητα (τονίζοντας πως «τα μεγάλα είναι για μεγάλους»).

Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν φαίνεται να επηρεάζεται –σε πρώτη φάση, τουλάχιστον- απ’ όλα αυτά και μαζί με τον Αραφάτ παραχωρούν συνέντευξη στο «Μεγάλη Βρετανία». Οι πιέσεις, ωστόσο, για να σταματήσει η Ελλάδα να παίρνει θέση πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι πολλές – μονάχα ο  σοσιαλιστής πρόεδρος της Ιταλίας Σάντρο Περτίνι είναι εκφράζει δημόσια τη συμπαράστασή του.

Τελικά, η Δύση φαίνεται πως επέβαλε την άποψη της και ο Αραφάτ αποχωρεί από την Ελλάδα με προορισμό την Τύνιδα. Από εκεί εκφράζει δυο αιτήματα.  Το πρώτο είναι να μεταφερθούν Παλαιστίνιοι μαχητές από τη Βηρυτό σε κάποιο ελληνικό νησί.

Η Αθήνα, ωστόσο, έχοντας ήδη δεχθεί ισχυρές πιέσεις δεν θέλει να τραβήξει κι άλλο το σχοινί ανησυχώντας, παράλληλα, για πιθανές αντιδράσεις της Άγκυρας. Επιπλέον, ο Παλαιστίνιος ηγέτης ζητά να εγκατασταθεί πολυεθνική δύναμη με τη συμμετοχή και της Ελλάδας στον Λίβανο, φοβούμενος εκκαθαριστικές επιχειρήσεις από Ισραηλινούς. Το αίτημά του δεν γίνεται αποδεκτό και μερικές ημέρες αργότερα οι χειρότεροι φόβοι του Αραφάτ γίνονται πραγματικότητα, με τη σφαγή στους καταυλισμούς…

Η γνωριμία τους

Αραφάτ και Παπανδρέου γνωρίστηκαν σε βάση Παλαιστινίων ανταρτών στο Λίβανο, την οποία επισκέφθηκε ο ιδρυτής του ΠΑΚ (πρελούδιο του ΠΑΣΟΚ) λίγους μήνες μετά την επιβολή της Χούντας των Συνταγματαρχών. «Σε εκείνη τη συνάντηση αποφασίσαμε να εργαστούμε μαζί για τη νίκη της δημοκρατίας στην Ελλάδα και για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης από την ισραηλινή κατοχή», είχε αναφέρει χρόνια αργότερα ο Παλαιστίνιος ηγέτης.

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Το Δεκέμβριο του 1981, δύο μήνες μετά τον εκλογικό θρίαμβο του ΠΑΣΟΚ και τη συγκρότηση της πρώτης κυβέρνησης της Αλλαγής, ο Αραφάτ επισκέφθηκε την Ελλάδα, όπου έγινε δεκτός με τιμές αρχηγού κράτους.

Μετά τη σφαγή του ’84. οι επισκέψεις του Αραφάτ στην Ελλάδα έγιναν όλο και συχνότερες. Είχε συναντηθεί με πολλά υψηλόβαθμα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, όπως ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Άκης Τσοχατζόπουλος, καθώς επίσης και με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο.

Ο ρόλος του Ανδρέα και η συνέχεια των αγώνων του ΠΑΟΚ

Αυτός που πραγματικά καθιέρωσε το Παλαιστινιακό στις συνειδήσεις και το έφερε στους δέκτες των ελληνικών σπιτιών ήταν ομολογουμένως ο Ανδρέας Παπανδρέου μετά το ’81. Ηταν εποχές δύσκολες για τον Παλαιστίνιο ηγέτη («τρομοκράτη» για πολλά δυτικά ΜΜΕ), που θα αναγκαζόταν να εγκαταλείψει τον Λίβανο για την Τυνησία.

Ο τότε πρωθυπουργός, με τις στενές σχέσεις με σοσιαλιστές ηγέτες θα χρησιμοποιούσε το κλαμπ των ισχυρών, στο οποίο πλέον ανήκε, για να δώσει βήμα σε έναν εκ των εξεγερθέντων κολασμένων της Γης.

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Αυτή η στάση, εκτός δυτικής ή έστω ευρωπαϊκής «γραμμής», ήταν η φαντασιακή συνέχιση του αντιδικτατορικού αγώνα και της αντιιμπεριαλιστικής (και αντιαμερικανικής) ουράς του. Αλλωστε το ίδιο το ΠΑΚ, η αντιδικτατορική οργάνωση της οποίας είχε ηγηθεί ο Ανδρέας κατά τη διάρκεια της χούντας, είχε υιοθετήσει πλήρως τον τριτοκοσμισμό και την αλληλεγγύη στα εθνικοαπελευθερωτικά μέτωπα, έχοντας ως σύμβολό του ένα υψωμένο χέρι που κράδαινε καλάσνικοφ. Το κόμμα, λοιπόν, που έμελλε να κυριαρχήσει στην ελληνική Μεταπολίτευση είχε την «αντίσταση» εγγεγραμμένη στον γενετικό του κώδικα.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου προέταξε μεταξύ άλλων τον προσεταιρισμό του αραβικού κόσμου θεωρώντας πως η Ελλάδα θα πρέπει να αποτελέσει τη γέφυρα τους με την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων φυσικά και των Παλαιστινίων. Αντιλαμβανόταν το βάθος των αγαστών σχέσεων που είχαν οι Άραβες με την γειτονική Τουρκία και θεώρησε ότι θα έπρεπε να προβεί και από την πλευρά του σε μια προσέγγιση προς αυτούς, προκειμένου αυτή η φιλία να φανεί χρήσιμη σε μια ενδεχόμενη ελληνοτουρκική σύγκρουση.

Παράλληλα η ελληνική κυβέρνηση με την κίνηση αυτή, διαδραμάτισε ακολούθως θετικό ρόλο στην βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Λιβύης και Γαλλίας. Με τη μεσολάβηση του Ανδρέα Παπανδρέου, κανονίστηκε υπό άκρα μυστικότητα τον Νοέμβριο του 1984 η συνάντηση μεταξύ του Μουμάρ Καντάφι και του σοσιαλιστή Γάλλου προέδρου Μιτεράν στην Ελούντα της Κρήτης που κατέληξε σε συμφωνία αποχώρησης των στρατευμάτων από το Τσαντ – μια κεντροαφρικανική χώρα που αποτελούσε μόνιμη εστία έντασης ανάμεσα στη Γαλλία και τη Λιβύη, γεγονός που τροφοδότησε μια σειρά από εμφύλιους πολέμους.

Με το πέρας των μαραθώνιων συζητήσεων ο Καντάφι δήλωσε ενώπιον των δημοσιογράφων «ευχαριστώ τον μεγάλο μας φίλο Παπανδρέου». Ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ επιχειρούσε να φανεί ως «μεγάλος παίκτης» στη γεωπολιτική σκακιέρα της περιοχής θέλοντας τεχνηέντως να καταδείξει παράλληλα πως διαφοροποιείται από τις κοινές πολιτικές των υπόλοιπων δυτικών χωρών.

Αναγνώριζε και το αναφαίρετο δικαίωμα του Ισραήλ

Βέβαια μπορεί να υποστήριζε το δικαίωμα ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους, ταυτόχρονα όμως αναγνώριζε και το αναφαίρετο δικαίωμα του Ισραήλ να εξακολουθεί να υπάρχει με ασφάλεια ως κράτος. Θα περίμενε κάποιος ότι το άνοιγμα στον αραβικό κόσμο θα μεταφραζόταν και σε ένα κύμα επενδύσεων προς την Ελλάδα. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη ποτέ.

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Οι επενδύσεις των αραβικών χωρών προς την Ελλάδα όχι μόνο δεν αυξήθηκαν αλλά αντιθέτως μειώθηκαν κιόλας σε σχέση με τα δεδομένα πριν τη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Ειδικότερα, υπήρχε μια πτώση των εξαγωγών προς τις αραβικές χώρες από τα 1.296 εκατομμύρια δολάρια το 1980, στα 799 εκατομμύρια δολάρια το 1985 ενώ το ποσοστό κάλυψης των εισαγωγών σε πετρέλαιο έπεσε από το 73% στο 33%. Παράλληλα μειώθηκαν και οι διακρατικές συμφωνίες με Ιράκ, Συρία και Αίγυπτο.

Σε, δε, πολιτικό επίπεδο, το μοναδικό απτό αποτέλεσμα που επιτεύχθηκε ήταν η ανάκληση της απόφασης για αναγνώριση ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους από τη Λιβύη. Θα ήταν παράλειψη να μην επισημάνουμε πως η πολιτική του ΠΑΣΟΚ απέναντι στους Παλαιστίνιους (σ.σ. η PLO είχε ανοίξει ακόμη και γραφεία στην Αθήνα) δεν ενόχλησε μόνο τη Δύση αλλά και κάποιες αραβικές κυβερνήσεις δεδομένου ότι δεν υπήρχε ταύτιση όλων των Αράβων στο εν λόγω θέμα.

Και εννοείται η υποστήριξη των Παλαιστινίων και ιδίως η συνεργασία με τη Λιβύη από την ελληνική κυβέρνηση, ενόχλησε σφόδρα τις ΗΠΑ που θεώρησαν ότι ως ένα βαθμό η χώρα μας υπέθαλπε την διεθνή τρομοκρατία με αποτέλεσμα να εκδοθεί από την κυβέρνηση Ρίγκαν ταξιδιωτική οδηγία για την Ελλάδα.

Οι αντικρουόμενες απόψεις για τον Αραφάτ

Οι διεθνείς αναλυτές περιέγραφαν τον Αραφάτ ως ικανό στη διατήρηση των εύθραυστων ισορροπιών. Επί των ημερών του ξεκίνησαν οι πρώτες ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστίνιων, με θεωρητικό σκοπό την εφαρμογή της «{λύσης των δύο κρατών».

Συναντήθηκε και έδωσε τα χέρια με Ισραηλινούς πρωθυπουργούς, όπως ο Γιτζάκ Ραμπίν και ο Εχούντ Μπάρακ και βραβεύτηκε με Νόμπελ Ειρήνης. Για πολλούς, όμως, Ισραηλινούς, όπως ο Αριέλ Σαρόν, ο Αραφάτ ήταν ένας τρομοκράτης, τον οποίο δεν μπορούσαν και δεν έπρεπε να εμπιστευτούν οι Ισραηλινοί.

Ακόμη και μεταξύ των Παλαιστινίων υπήρχαν αντικρουόμενες απόψεις για τον Αραφάτ. Ένα μεγάλο ποσοστό τον λάτρευε ως τον άνθρωπο που ενσάρκωνε τα όνειρα και τους πόθους ενός ολόκληρου λαού και ένα άλλο, αποτελούμενο από φανατικούς ισλαμιστές, τον μεμφόταν ως διεφθαρμένο και υπερβολικά συμβιβαστικό με το Ισραήλ.

Όλοι, όμως, συμφώνησαν ότι ο θάνατος του Αραφάτ το 2004, ήρθε σε μια κρίσιμη ιστορική συγκυρία για την περιοχή της Μέσης Ανατολής και άνοιξε το δρόμο για την παγίωση της θέσης και της ισχύος των ακραίων ισλαμιστών της Χαμάς τα επόμενα έτη.

Ο πρώτος και τελευταίος ηγέτης που τον είδε στην Εκάλη

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Ο Αραφάτ ήταν ο τελευταίος ηγέτης που συνάντησε τον Ανδρέα Παπανδρέου λίγες εβδομάδες πριν από το θάνατό του. Τον επισκέφθηκε στο σπίτι του στην Εκάλη στις 21 Μαΐου 1996 και σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, η ατμόσφαιρα ήταν συναισθηματικά φορτισμένη.

Ο Παλαιστίνιος ηγέτης φέρεται να είπε στον Κάρολο Παπούλια: «Δεν μπορώ να φύγω από την Ελλάδα χωρίς να συναντήσω τον Ανδρέα».

Μετά το τέλος της επίσκεψης, ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε αν γνωρίζει ότι ήταν ο πρώτος ξένος ηγέτης που επισκέφθηκε τον Παπανδρέου μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο. Η απάντηση του Αραφάτ ήταν αφοπλιστική: «Εγώ δεν είμαι ξένος, είμαι αδερφός του Ανδρέα Παπανδρέου».

Τον Οκτώβριο του 2001, ο Παλαιστίνιος ηγέτης παρευρέθηκε στο 6ο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, 17 χρόνια μετά τη συμμετοχή στο 1ο Συνέδριο του κόμματος. Εκφώνησε ομιλία υπό την παρουσία του Κώστα Σημίτη, υπουργών και βουλευτών και αυτό που ξεχώρισε ήταν η υπόσχεση: «Θα δώσουμε το όνομά του Ανδρέα Παπανδρέου σε μια κεντρική πλατεία της Παλαιστίνης αμέσως μετά την ίδρυση του παλαιστινιακού κράτους».

Οι συμφωνίες του Όσλο

Mετά από μυστικές διαπραγματεύσεις στο Όσλο, υπό τη διαμεσολάβηση των ΗΠΑ, ο Γιάσερ Αραφάτ και ο τότε Ισραηλινός πρωθυπουργός, Γιτζάκ Ραμπίν υπέγραψαν τις λεγόμενες «Συμφωνίες του Όσλο» στην Ουάσιγκτον.

Μέσω αυτών, αναγνωριζόταν η Παλαιστινιακή Αρχή ως φορέας αυτόνομης, αλλά περιορισμένης εξουσίας στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας και τα ισραηλινά στράτευμα θα αποχωρούσαν, με αντάλλαγμα την παύση των παλαιστινιακών επιθέσεων σε ισραηλινούς στόχους.

Το Σεπτέμβριο του 1993, Ράμπιν και Αραφάτ αντάλλαξαν μια ιστορική χειραψία στον κήπο του Λευκού Οίκου, παρουσία του Αμερικανού προέδρου, Μπιλ Κλίντον. Αντίστοιχη χειραψία είχε κάνει και με τον πρωθυπουργό, Εχούντ Μπάρακ επτά χρόνια αργότερα, ξανά υπό το βλέμμα του Κλίντον.

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

Το Δεκέμβριο του 1994, ο Αραφάτ μοιράστηκε το Νόμπελ Ειρήνης με τον Ράμπιν, ο οποίος τον επόμενο χρόνο δολοφονήθηκε και τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών, Σιμόν Πέρες, για το ρόλο του στις προσπάθειες γεφύρωσης του χάσματος ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους.

Παρά τις προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν, οι προσπάθειες για οριστική διπλωματική λύση στο Παλαιστινιακό δεν απέδωσαν καρπούς. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Μπαράκ Ομπάμα και Αραφάτ στη Διάσκεψη Κορυφής του Καμπ Ντέιβιντ το 2000 κατέρρευσαν και την ίδια χρονιά, ξέσπασε η Δεύτερη Παλαιστινιακή Ιντιφάντα με χιλιάδες νεκρούς και από τα δύο στρατόπεδα.

Οι ουδέτεροι αναλυτές θεώρησαν ως βασική αιτία της αποτυχίας των συνομιλιών, τη θεμελιώδη έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο πλευρές και την επικράτηση των ακραίων κύκλων. Για πολλούς ήταν μια χαμένη ευκαιρία, την οποία ακολούθησε ένας νέος κύκλος τυφλής βίας, με εκατέρωθεν χτυπήματα που προκαλούν μέχρι σήμερα εκατόμβες άμαχων νεκρών.

Ακόμη και σήμερα…

Το (μυστηριώδες) τέλος του Αραφάτ

Στα τέλη Οκτωβρίου του 2004, ο Γιασέρ Αραφάτ μεταφέρθηκε με στρατιωτικό αεροπλάνο στη Γαλλία και έπεσε σε κώμα. Άφησε την τελευταία του πνοή σε νοσοκομείο του Παρισιού, στις 11 Νοεμβρίου 2004, σε ηλικία 75 ετών.

Ο Ανδρέας και ο Αραφάτ – Πώς δημιουργήθηκε μια σχέση φιλίας στα χρόνια της ηγεμονίας τους

«Οι Παλαιστίνιοι έχασαν τον πατέρα τους» και «Τελευταίο αντίο σε έναν θρύλο», έγραψαν οι εφημερίδες την επομένη του θανάτου του. Παρόμοια δημοσιεύματα γράφτηκαν και στα διεθνή Μέσα ενημέρωσης, τα οποία έκαναν λόγο για «άγνωστη νέα αρχή» για τις σχέσεις Ισραήλ και Παλαιστίνης.

Ο θάνατός του αποτέλεσε αντικείμενο διαμάχης και μέχρι σήμερα κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα από τι πέθανε ο Αραφάτ. Ορισμένοι ειδικοί μίλησαν για θάνατο από εγκεφαλική αιμορραγία και άλλοι για ασθένεια στο αίμα, ωστόσο Ελβετοί επιστήμονες έκαναν λόγο, το 2012, για δηλητηρίαση με ραδιενεργό πολώνιο. Αντίθετη γνώμη εξέφρασε ρωσικό εργαστήριο, αλλά από μόνη της η εκδοχή της δηλητηρίασης αρκούσε, για να ενισχύσει τις φήμες ότι πίσω από το θάνατο του Αραφάτ, βρισκόταν το Ισραήλ.


Δημοσιεύτηκε στο newpost.gr στις 30/10/2023